Πρέπει να παίξει το ΝΑΤΟ έναν πιο πολιτικό ρόλο

Διάλογος: "Πρέπει να παίξει το ΝΑΤΟ έναν πιο πολιτικό ρόλο"

  • 01 Jan. 2005 - 01 January 0001
  • |
  • Last updated 04-Nov-2008 02:08

Ο Espen Barth Eide είναι διευθυντής του Τμήματος Διεθνών Πολιτικών στο Νορβηγικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων στο Όσλο.

-

Ο Frederic Bozo είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Nantes και ανώτερος ερευνητής με εξειδίκευση στις διατλαντικές σχέσεις στο L’Institut francais des relations internationals στο Παρίσι .

Αγαπητέ Frederic,

-

Με το διατλαντικό δράμα πάνω στο Ιράκ φαινομενικά να βρίσκεται πίσω μας, είναι πλέον ο καιρός για μια ήρεμη συζήτηση πάνω στο μέλλον των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Βορείου Αμερικής, όπως και πάνω στο ρόλο του ΝΑΤΟ εντός των σχέσεων αυτών. Οι παρατηρήσεις του Γερμανού Καγκελαρίου Gerhard Schroder στη Σύνοδο Wehrkunde του Φεβρουαρίου στο Μόναχο και τα επακολουθήσαντα σχόλια και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού δημιούργησαν το ερώτημα γύρω από το τι είδους διατλαντική συμμαχία υπάρχει σήμερα. Και αυτό είναι καλό, επειδή είναι προς το συμφέρον όλων η συζήτηση αυτή να είναι διαφανής, να προχωρήσει σε βάθος και να είναι εποικοδομητική. Οι διατλαντικές σχέσεις στον 21ο αιώνα σαφώς και θα είναι διαφορετικές από αυτές που ήταν στο δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα. Όμως το «διαφορετικές» δεν σημαίνει «χειρότερες».

-

Το ΝΑΤΟ είναι μια άκρως επιτυχημένη συμμαχία που βυθίστηκε σε μια κρίση ταυτότητας από την οποία είναι απίθανο να βγει σύντομα. Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που η Συμμαχία αμφισβήτησε τη λογική της. Η απόσυρση της Γαλλίας από την ολοκληρωμένη στρατιωτική δομή του ΝΑΤΟ το 1996 ήταν παρομοίως μια εποχή εξελίξεων, που ένα χρόνο μετά οδήγησε στην Έκθεση Harmel Πάνω στα Μελλοντικά Καθήκοντα της Συμμαχίας . Πριν από δεκαπέντε χρόνια, η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και της Σοβιετικής Ένωσης έδωσε το έναυσμα για μια συζήτηση γύρω από το κατά πόσο ήταν ακόμη απαραίτητη μια πολιτικοστρατιωτική συμμαχία που συνέδεε την Ευρώπη με τη Βόρεια Αμερική. Η συζήτηση αυτή οδήγησε στην απόφαση να πάει «εκτός περιοχής» (σε αντίθεση με το εκτός εργασίας) με αποτέλεσμα στο μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1990 να εμπλακεί η Συμμαχία σε τρία μεγάλα προγράμματα στο σταυροδρόμι μεταξύ του πολιτικού και του στρατιωτικού τομέα. Αυτά ήταν οι επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης και επιβολής της ειρήνης στα Βαλκάνια· η προετοιμασία ενός αριθμού κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την ιδιότητα του μέλους του ΝΑΤΟ και, και πιο γενικά, της διατλαντικής κοινότητας· και η παροχή ενός φόρουμ για μια συντονισμένη απάντηση στα γεγονότα της Ρωσίας. Σε συνδυασμό με την συνεχή εγγύηση ασφαλείας, αυτά προσέφεραν μια ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα «γιατί το ΝΑΤΟ» για πάνω από μια δεκαετία. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι και τα τρία προγράμματα σχετίζονται άμεσα με την ευρωπαϊκή ήπειρο μέσα σε ένα κλίμα συνεχούς επικέντρωσης των ΗΠΑ πάνω στην ευρωπαϊκή σκηνή ασφαλείας.

-

Επομένως, περισσότερο και από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο μετά την 11η Σεπτεμβρίου κόσμος ήταν που αμφισβήτησε το σκοπό του ΝΑΤΟ. Κάτι που άρχισε με την εκστρατεία στο Αφγανιστάν, αν και δεν ήταν αποτέλεσμα οποιονδήποτε διαφωνιών εντός του ΝΑΤΟ. Αντιθέτως, πράγματι, όπως το έθεσε η Γαλλική καθημερινή εφημερίδα Le Monde , τότε ήμασταν «όλοι Αμερικανοί». Το πρόβλημα ήταν μάλλον ένα αίσθημα ασχετοσύνης. Δεδομένου ότι το ΝΑΤΟ για πρώτη φορά είχε επικαλεστεί το Άρθρο 5 σε αντίδραση της 11ης Σεπτεμβρίου η κουβέντα από τις ΗΠΑ ότι «η αποστολή καθορίζει τον συνασπισμό» ήταν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που ήθελαν να ακούσουν οι Ευρωπαίοι Ατλαντικιστές. Χρειάστηκαν σχεδόν δύο χρόνια για να δεσμευτεί το ΝΑΤΟ σε μεγάλη κλίμακα στο Αφγανιστάν. Μετά από αυτό ακολούθησε η κρίση του Ιράκ και η μεγάλη διαφωνία πάνω στο ρόλο του ΝΑΤΟ για την άμυνα της Τουρκίας και την νομιμότητα του ιδίου του πολέμου.

Η Συμμαχία πρέπει και πάλι να γίνει ένα φόρουμ για ανοιχτό διάλογο γύρω από όλα τα σημαντικά θέματα στα οποία πρόκειται να εμπλακεί.

Έκτοτε άλλαξε ριζικά ο τόνος της συζήτησης. Ούτε η Ουάσιγκτον ούτε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα επιθυμεί να επαναληφθούν οι εμπειρίες των τελευταίων δύο ετών. Οι πρόσφατες επισκέψεις του Προέδρου George W. Bush και της υπουργού Εξωτερικών Condoleezza Rice στην Ευρώπη – όπως και ο τρόπος με τον οποίο τους υποδέχθηκαν - συμβόλιζαν μια αμοιβαία επιθυμία για επίδειξη ενότητας και δέσμευσης. Όμως πέρα από τις εκφράσεις καλής θέλησης, παραμένουν ασαφείς οι λεπτομέρειες για μια νέα «συναίνεση».

Κατά την άποψη μου, η σημερινή πρόκληση έχει δύο πτυχές: η πρώτη είναι το να γίνει μια ρεαλιστική εκτίμηση του ρόλου της Συμμαχίας στις νέες πολιτικές καταστάσεις· και η δεύτερη, είναι το να επανα-πολιτικοποιηθεί η Συμμαχία αντί να της επιτραπεί να ατροφήσει και να γίνει κάτι περισσότερο από μια στρατιωτική «εργαλειοθήκη».

Το σημείο έναρξης για μια εκτίμηση του ρόλου του ΝΑΤΟ είναι η αναγνώριση ότι το άλλαξε θεμελιωδώς το πολιτικό τοπίο της Ευρώπης. Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι δικαιωματικά ένας πρωταγωνιστής στη διεθνή ασφάλεια. Πράγματι, η ολοένα και περισσότερο φιλόδοξη Ευρωπαϊκή Ένωση προσθέτει σήμερα στρατιωτικές ιδιότητες στη υπάρχουσα εργαλειοθήκη της, αυτή της «απαλής δύναμης». Θα πρέπει να γίνουν πολλές μελλοντικές διατλαντικές συζητήσεις μεταξύ της ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών επειδή απλά πρέπει η ατζέντα να γίνει πιο ευρεία από αυτή που προσφέρεται σήμερα στο πιο κλασσικό φόρουμ για ασφάλεια του ΝΑΤΟ. Πολλά σημαντικά θέματα στην τρέχουσα διεθνή ατζέντα – η χαλιναγώγηση των φερομένων πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν, τα σχέδια για την άρση του εμπάργκο όπλων για την Κίνα και η ανάγκη να βοηθήσουμε την Αφρική να βγει από τις πολλές πολύπλοκες κρίσεις της – απαιτούν πολύπλευρες προσεγγίσεις. Οι Ατλαντικιστές θα πρέπει να σταματήσουν να το αποδοκιμάζουν αυτό. Οι προσπάθειες για να χρησιμοποιηθεί το ΝΑΤΟ προκειμένου να αμβλυνθούν οι πολιτικές φιλοδοξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Ο τρόπος για να προχωρήσουμε είναι η ενθάρρυνση της πολιτικής ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σφυρηλάτηση ταυτοχρόνως ενός γεμάτου ενέργεια συνεταιρισμού με το ΝΑΤΟ. Θα υπάρχουν πολλά ακόμη πράγματα για να κάνει το ΝΑΤΟ. Η Συμμαχία παραμένει το πλέον λογικό φόρουμ για τα πάντα από το συντονισμό των στρατιωτικών εργαλείων μέχρι τη διατλαντική συζήτηση γύρω από τις κοινές προκλήσεις ασφαλείας μεταξύ των δύο πυλώνων της Δύσης. Επιπλέον, θα πρέπει να στοχεύει στο παραμείνει τέτοιο, αναγνωρίζοντας ότι αυτή είναι η συνεισφοράς ης Συμμαχίας σε μια ευρύτερη, διατλαντική αρχιτεκτονική ασφαλείας.

Κάτι που απαιτεί την «επανα-πολιτικοποίηση» του ΝΑΤΟ. Η Συμμαχία πρέπει και πάλι να γίνει ένα φόρουμ για ανοιχτό διάλογο γύρω από όλα τα σημαντικά θέματα στα οποία πρόκειται να εμπλακεί. Ένας ειλικρινής διατλαντικός διάλογος γύρω από το πως να αντιμετωπίσουμε την τρομοκρατία, για παράδειγμα, είναι άκρως απαραίτητος ακριβώς επειδή οι Σύμμαχοι έχουν διαφορετικές απόψεις πάνω στο πως να αντιδράσουν σε αυτή τη κοινή πρόκληση. Επίσης το ΝΑΤΟ θα παραμείνει ενεργό σε μέρη όπως το Αφγανιστάν και το Κοσσυφοπέδιο και θα συνεχίσει να προσφέρει την στρατιωτική ισχύ πίσω από τις μελλοντικές πολυμερείς προσπάθειες επιβολής της ειρήνης. Το που θα εμπλακεί, και το με ποιο τρόπο θα γίνει, μπορεί να προκαλέσει συζητήσεις. Επομένως, οι αποφάσεις θα πρέπει να είναι εδραιωμένες πάνω σε μια ευρύτερη πολιτική συναίνεση εντός της Συμμαχίας από αυτή που υπάρχει σήμερα. Και εκεί όπου η Συμμαχία θα παράσχει το κύριο στρατιωτικό στήριγμα των ευρύτερων διεθνών προσπαθειών για οικοδόμηση ειρήνης, θα πρέπει να είναι καλύτερα συνδεδεμένο με τις συνολικές πολιτικές διαδικασίες που σχετίζονται με το πολιτικό μέλλον των καταστάσεων αυτών. Και πάλι, αυτό απαιτεί ένα πιο πολιτικό ΝΑΤΟ και ενισχυμένη συνεργασία με τους άλλους οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών.

Η πρόκληση για το ΝΑΤΟ δεν είναι απλά να επιβιώσει – κανένας στην πραγματικότητα δεν προτείνει να πεθάνει – αλλά το να παραμείνει ένας σημαντικός πρωταγωνιστής και ένα κύριο φόρουμ στον ίδιο τομέα που ήδη αποδείχθηκε τόσο αποτελεσματικός. Όμως θα παραμείνει αποτελεσματικό μόνον αν οι Σύμμαχοι αναπτύξουν μια κοινή πολιτική κατανόηση του ρόλου του. Δεν υπάρχει κοινός εχθρός για να αντικαταστήσει την απειλή που δημιουργούσε ο Κομμουνισμός ή η Σοβιετική Ένωση. Η «τρομοκρατία» δεν πείθει. Άντ’ αυτού σήμερα η Συμμαχία είναι η έκφραση της συνεχούς συνάφειας της «Δύσης» στη διεθνή ασφάλεια. Ωστόσο, σε ένα ανανεωμένο διατλαντικό πολιτικό φόρουμ, θα πρέπει να αναμένουμε και περαιτέρω διαφωνία. Η πρόκληση δεν είναι το να προσποιηθούμε ότι δεν υπάρχουν διαφορές, αλλά το να τις αντιμετωπίσουμε μετωπικά.

Δικός σου,

Espen

Αγαπητέ Espen,

Μόλις πριν από δύο χρόνια, στο δρόμο προς τον Πόλεμο του Ιράκ, το ΝΑΤΟ βρισκόταν σε πορεία σύγκρουσης. Μια ομάδα κρατών, υπό την καθοδήγηση του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών, κατηγόρησε την άλλη, την οποία καθοδηγούσαν η Γαλλία και η Γερμανία, για προδοσία όσο αφορά τη δέσμευσης της συλλογικής άμυνας, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της Συμμαχίας. Το θέμα, όπως θυμόμαστε, ήταν η υπεράσπιση της Τουρκίας. Η πρώτη κατηγόρησε την τελευταία για καταστροφή των θεμελίων της συλλογικής ασφάλειας πάνω στα οποία δημιουργήθηκε η ίδια η Συμμαχία. Βεβαίως, το θέμα ήταν η προθυμία τους να προχωρήσουν σε πόλεμο χωρίς την εξουσιοδότηση των Ηνωμένων Εθνών. Διακυβεύτηκαν η βιωσιμότητα της Συμμαχίας και το μέλλον των διατλαντικών σχέσεων.

-

Να είσαι σίγουρος, το ΝΑΤΟ συνήλθε από την κρίση αυτή. Μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της Κωνσταντινούπολης τον Ιούνιο του 2004, τα τραύματα ουσιαστικά είχαν θεραπευτεί. Όμως αντίθετα με το ότι συνέβη στις περισσότερες από τις προηγούμενες κρίσεις, η υπόθεση του Ιράκ δεν οδήγησε –τουλάχιστον όχι μέχρι σήμερα – σε μια νέα αρχή, όπως συνέβη, για παράδειγμα, με την Έκθεση Harmel , μετά από την αποχώρηση της Γαλλίας από την ολοκληρωμένη στρατιωτική δομή. Αντιθέτως, η Συμμαχία δείχνει σήμερα να υποφέρει από αναιμία. Τα συμπτώματα υπάρχουν και μπορεί να τα δει ο καθένας. Το ΝΑΤΟ πάλεψε για να πείσει τους Συμμάχους να παραδώσουν τις δικές τους δεσμεύσεις σε δυνάμεις τόσο όσον αφορά την ISAF όσο και για την εκπαίδευση των Ιρακινών δυνάμεων. Ο ρόλος της Συμμαχίας στη πρωτοβουλία για την ευρύτερη Μέση Ανατολή παραμένει κάτι περισσότερο από ένα σύνθημα. Τελικά, και πιθανά και πιο σοβαρά, σύμφωνα με τα λόγια του Καγκελαρίου Gerhard Schroder, η Συμμαχία δεν είναι πλέον «ο κύριος τόπος» όπου τα μέλη της «συζητούν και συντονίζουν τις στρατηγικές».

Αν δεν γίνει κάτι, τότε υπάρχει ο κίνδυνος η αναιμία να επιδεινωθεί σε κάτι άλλο και να οδηγήσει τελικά στην πορεία, σε κάποια στιγμή, στο θάνατο. Καθώς κανείς δεν επιθυμεί να σβήσει η Συμμαχία - περισσότερο δε από όλους οι Γάλλοι, που είναι μεταξύ των πλέον αφοσιωμένων μελών όσον αφορά την συνεισφορά στην Δύναμη Αντίδρασης του ΝΑΤΟ ή στο διορισμό υψηλόβαθμων αξιωματικών σε θέσεις κλειδιά στη στρατιωτική δομή – πρέπει κάτι να γίνει.

-

Έτσι, είναι η πολιτικοποίηση, όπως προτείνεις τόσο εσύ όσο και άλλοι, το κατάλληλο φάρμακο και θα μπορούσε ένας πιο πολιτικός ρόλος για το ΝΑΤΟ να δώσει νέα ζωή στη Συμμαχία; Μια ανάγνωση της ιστορίας του ΝΑΤΟ μας δείχνει ότι αυτός μπορεί να είναι ένας τρόπος για να προχωρήσουμε. Στο παρελθόν σε σημαντικές στιγμές, η πολιτικοποίηση του ΝΑΤΟ έδωσε μια απάντηση σε μια επίπονη αδιαθεσία ή σε μια έντονη κρίση. Πέρα από την έκθεση Harmel , θυμάται κανείς και την Έκθεση των Τριών Σοφών Ανδρών μετά από τη Κρίση του Σουέζ το 1956; Και στις δύο περιπτώσεις, το θέμα ήταν να γίνει πιο «πολιτικό» προκειμένου να ενδυναμώσει την πάσχουσα νομιμότητα και να ενισχύσει την εσωτερική συνοχή.

Όταν το ΝΑΤΟ επενέβη στην Βοσνία και Ερζεγοβίνη μόνον τότε διασφαλίστηκε η απαίτηση της Συμμαχίας για ένα πιο κεντρικό ρόλο στην Ευρωατλαντική ασφάλεια.

Και τελευταία, η επιτυχημένη ανανέωση του ΝΑΤΟ της δεκαετίας του 1990 βασίστηκε πάνω στην ιδέα ότι, λόγω της απουσίας της σοβιετικής απειλής, η Συμμαχία έπρεπε να γίνει πιο πολιτική για να αντισταθμίσει την φθίνουσα στρατιωτική λογική. Κατ’ ουσία, από τη στιγμή που το ΝΑΤΟ δεν χρειαζόταν πλέον να προετοιμαστεί για την άμυνα της Ευρώπης, δικαιολόγησε την συνεχιζόμενη ύπαρξη του αναλαμβάνοντας έναν ευρύτερο ρόλο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο στην μετά τον Ψυχρό Πόλεμο σταθερότητα της ηπείρου.

Φαίνεται ότι αυτό λειτούργησε, και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το ΝΑΤΟ, που πολλοί υπέθεσαν ότι σιγά σιγά θα έφθινε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, και πάλι ευημερούσε και είχε γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Μέχρι το φθινόπωρο του 1995, η σχετικότητα των «νέων» αποστολών ασφαλείας του ΝΑΤΟ και, κατά προέκταση, το μέλλον του ως μιας γεμάτης ενέργειας συμμαχίας ήταν και πάλι σε αμφισβήτηση εξ αιτίας του σκηνικού των διχασμών και της απραξίας σε αντίδραση των πολέμων της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Βεβαίως, όταν το ΝΑΤΟ επενέβη στην Βοσνία και Ερζεγοβίνη και στη συνέχεια ανέπτυξε τη Δύναμη Υλοποίησης για να επιβλέψει την διαδικασίας ειρήνευσης τότε μόνον διασφαλίστηκε η απαίτηση της Συμμαχίας για ένα πιο κεντρικό ρόλο στην Ευρωατλαντική ασφάλεια. Επιπλέον, μετά από τρία χρόνια η θέση αυτή ενισχύθηκε με την επέμβαση στο Κοσσυφοπέδιο.

Το συμπέρασμα, για μένα, είναι ότι το ΝΑΤΟ εξασφαλίστηκε μόνον όταν οι Σύμμαχοι επέδειξαν την αδιάκοπη ικανότητα τους για επιβίωση ως ένα στρατιωτικό εργαλείο σ ένα νέο στρατηγικό περιβάλλον, αντιμετωπίζοντας απρόβλεπτες εξελίξεις που δεν ανήκαν στο Άρθρο 5, και ήταν εκτός περιοχής. Η απουσία μιας τέτοιας απόδειξης, και η επιδίωξη για αναζωογόνηση του ΝΑΤΟ την στιγμή αυτή με την «πολιτικοποίηση» του οργανισμού απλά θα οδηγούσε στην δημιουργία ενός κέντρου για συζητήσεις.

Το πρόβλημα σήμερα με το ΝΑΤΟ είναι ότι η χρησιμότητά του ή τουλάχιστον η επικέντρωσή του, ειδικά σε στρατιωτικούς όρους, δεν θεωρείται πλέον δεδομένη από τα μέλη του. Και για αυτό υπάρχουν δύο εξηγήσεις. Η πρώτη σε καμία περίπτωση δεν είναι καινούργια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βλέπουν πλέον το ΝΑΤΟ ως το θεσμό της επιλογής τους για να πραγματοποιήσουν στρατιωτικές επιχειρήσεις, ακόμη και κάτω από την διοίκηση των ΗΠΑ. Κάτι που είναι ολοφάνερο από την εκστρατεία στο Κοσσυφοπέδιο και μετά, η οποία ήταν μια εμπειρία που δεν άρεσε καθόλου στους Αμερικανούς στρατιωτικούς. Ο τρόπος με τον οποίο απέφευγε η Ουάσιγκτον τις Συμμαχικές προσφορές στη διάρκεια της εκστρατείας στο Αφγανιστάν το φθινόπωρο του 2001 επιβεβαίωσε το καθεστώς των σχέσεων αυτών.

Ο δεύτερος παράγοντας εμφανίζεται σιγά σιγά και σε μεγάλο βαθμό είναι αποτέλεσμα του πρώτου. Οι Ευρωπαίοι ολοένα και περισσότερο είναι επιφυλακτικοί στο να δεσμεύσουν δυνάμεις εντός ενός κυριαρχούμενου από τις ΗΠΑ πλαισίου εντός του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά βίας δεσμεύουν οι ίδιες δυνάμεις, όπως αποδεικνύεται με την ISAF στο Αφγανιστάν. Εξ ου και η προθυμία τους να ενισχύσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως μια πιθανή πρώτη επιλογή για επιχειρήσεις και να αναλάβουν την καθοδήγηση στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας*, στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, και κάποια στιγμή και στο Κοσσυφοπέδιο.

Αν συνεχιστούν οι παρούσες τάσεις, το ΝΑΤΟ διακινδυνεύει να γίνει ένα άδειο κέλυφος επειδή δεν θα ταιριάζει πλέον στην αναδυόμενη δομή της διατλαντικής σχέσης, που είναι το αποτέλεσμα της απομάκρυνσης των ΗΠΑ από την Ευρώπη και του νέου πολιτικοστρατιωτικού δυναμισμού της Ευρώπης. Κάτι, που φυσικά, θα ήταν ένα ολέθριο λάθος. Το ΝΑΤΟ το χρειαζόμαστε ακόμη, και μόνον επειδή οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι χρειάζονται ο ένας τον άλλο στρατιωτικά. Οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να έχουν ανάγκη την προστασία των ΗΠΑ, αν και λιγότερο από ότι προηγουμένως, και σίγουρα απαιτείται η υποστήριξη των ΗΠΑ για την διεξαγωγή απαιτητικών στρατιωτικών επιχειρήσεων, όπως στην περίπτωση της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης κάτω από διευθετήσεις του τύπου Βερολίνο-συν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται το στρατιωτικό ανθρώπινο δυναμικό της Ευρώπης στις επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης στις οποίες διστάζουν να δεσμεύσουν δυνάμεις, όπως είναι η ISAF.

Το συμπέρασμα, κατά την άποψή μου, είναι απλό. Αν και το ΝΑΤΟ με την παρούσα του διάταξη είναι μάλλον απίθανο να παραμείνει ένα ελκυστικό πλαίσιο και για τις δύο οντότητες, υπάρχει άπλετος χώρος και ανάγκη για τον μετασχηματισμό του σε αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε, δηλαδή σε ένα εργαλείο για την διατήρηση και την προώθηση της στρατιωτικής σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Γνωρίζω ότι αυτό απαιτεί τη ριζική απομάκρυνση της Συμμαχίας από το παλαιό σκεπτικό. Όμως είμαι πεπεισμένος ότι αν δεν σκεφθούμε σοβαρά τρόπους για να εναρμονίσουμε το ΝΑΤΟ με την νέα πραγματικότητα στις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ, θα εξαφανιστεί, κάνοντας μη αναστρέψιμη ζημιά στην διατλαντική κοινότητα με την ευρύτερη της έννοια. Το θέμα δεν είναι η πολιτικοποίηση του ΝΑΤΟ και θα ισοδυναμεί με κάτι περισσότερο από ένα κενό σύνθημα, εκτός και αν αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τα θεμελιώδη και κάνουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο τη Συμμαχία, για άλλη μία φορά, το κύριο τόπο για στρατηγικό συντονισμό μεταξύ της Αμερικής και της Ευρώπης. Κάτι, που με τη σειρά του, σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε να λειτουργήσει η σύνδεση ΕΕ-ΗΠΑ, ειδικά από στρατιωτική άποψη.

Δικός σου,

Frederic

Αγαπητέ Frederic

Οι αναλύσεις μας τόσο της πρόσφατης ιστορίας όσο και της παρούσας κατάστασης ταιριάζουν σε μεγάλο βαθμό. Και οι δύο πιστεύουμε ότι η Συμμαχία θα πρέπει να εναρμονιστεί με την νέα πραγματικότητα στις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ. Επίσης συμφωνούμε ότι το ΝΑΤΟ θα πρέπει να βλέπει την στρατιωτική σύνδεση μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών ως τον ακρογωνιαίο λίθο της ύπαρξής του. Στο κάτω κάτω, δύσκολα μπορεί να διατηρηθεί μια στρατιωτική συμμαχία χωρίς κάποιο στρατιωτικό έργο.

Εκεί όπου προφανώς διαφωνούμε είναι στο συμπέρασμα: στο κατά πόσο η «πολιτικοποίηση» είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε. Φαίνεται να πιστεύεις ότι αυτή είναι κάτι περισσότερο από ένα κενό σύνθημα και ότι αυτό που χρειάζεται είναι ο «στρατηγικός συντονισμός μεταξύ της Αμερικής και της Ευρώπης» και «ένα εργαλείο για την διατήρηση και την προώθηση της στρατιωτικής σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών».

Η άποψη μου είναι ότι δεν πιστεύω ότι μια «αμιγής» στρατιωτική σύνδεση μπορεί να διατηρηθεί στο βάθος του χρόνου χωρίς ισχυρή πολιτική υποστήριξη – και ότι αυτή η πολιτική υποστήριξη δεν έρχεται από μόνη της. Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η διατλαντική πολιτική συνοχή ήταν ζωτικής σημασίας – αν και συχνά αυτονόητη – σε ολόκληρη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Τόσο οι Δυτικοευρωπαίοι όσο και οι Βορειοαμερικανοί Σύμμαχοι συμφώνησαν να αποτρέψουν την προφανή σοβιετική απειλή, όπως επίσης και οι δύο συμφώνησαν ότι η αμερικανική δέσμευση στην Ευρώπη είχε μια σταθεροποιητική επίδραση πολύ μεγαλύτερη από την ύπαρξη της κοινής απειλής. Βεβαίως, η επιτυχία του προγράμματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που οδήγησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να ιδωθεί κάτω από αυτό το πρίσμα. Ο διατλαντικός συνεταιρισμός ασφαλείας βοήθησε στο να υπάρξουν οι συνθήκες για λειτουργική οικονομική ολοκλήρωση στην Ευρώπη, καθώς κάποια από τα πλέον περίπλοκα πολιτικά θέματα μπορούσαν να συζητηθούν κάπου αλλού. Το ΝΑΤΟ μπορούσε να επικεντρωθεί στο στρατιωτικό του ρόλο, επειδή εξ αρχής υπήρχε η πολιτική συνοχή, που διατηρήθηκε από την συνεχή κοινή απειλή. Αυτό το οποίο είναι αυτονόητο και κοινά αποδεκτό γίνεται τόσο προφανές όπου δεν υπάρχει ανάγκη να το επαναλάβουμε. Και όμως, χωρίς αυτή την αίσθηση του κοινού σκοπού, δεν θα υπήρχε από την πρώτη στιγμή το ΝΑΤΟ. Και ακόμη και όταν εμφανίστηκε κάποια διαφωνία πάνω στις στρατηγικές επιλογές στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, διατηρήθηκε η συνολική πολιτική συνοχή εξ αιτίας της αντίληψη της κοινής απειλής και του κοινού σκοπού.

Το ΝΑΤΟ πρέπει να βελτιώσει την πολιτικοστρατιωτική μηχανή του με τέτοιο τρόπο ώστε τόσο οι Σύμμαχοι όσο και οι Εταίροι να αντιλαμβάνονται ότι έχει ουσιαστική σημασία όσον αφορά τις προκλήσεις του νέου αιώνα.

Σήμερα, όχι μόνο μετακινηθήκαμε πέρα από τον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά ακόμη και πέρα από την μεταβατική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο περίοδο. Αυτό το οποίο έγινε πάρα πολύ σαφές τα τελευταία χρόνια είναι ότι δεν μπορεί να ληφθεί ως δεδομένη η πολιτική συνοχή μεταξύ της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών, και η νοσταλγία από μόνη της δεν θα κρατήσει ζωντανή τη Συμμαχία για καιρό ακόμη. Για να επιβιώσει το ΝΑΤΟ –το οποίο τόσο ελπίζω ότι και πιστεύω ότι θα γίνει – θα πρέπει να είναι η κατάλληλη απάντηση στις σημερινές, όχι τις χθεσινές, προκλήσεις.

Η όποια χρήση στρατιωτικής δύναμης παραμένει, σύμφωνα με τα λόγια του Karl von Clausewitz, «η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα». Κάτι που είναι άκρως αληθινό ότι πρόκειται για επέμβαση σε συγκρούσεις που δεν αποτελούν για μας μια υπαρξιακή απειλή, αλλά είναι μάλλον μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε μια πιο σταθερή τάξη. Η κοινή δράση – όπως αυτή που εξελίσσεται στο Αφγανιστάν – πρέπει να βασίζεται σε πολιτική συμφωνία γύρω από το τι προσπαθούμε να επιτύχουμε και από το πως ταιριάζει στην ευρύτερη εικόνα. Εδώ, το ΝΑΤΟ έχει να προσφέρει πολλά περισσότερα. Πέρα από τη συμφωνία για τη δέσμευση στρατευμάτων, διαθέτει ένα ανεπτυγμένο σύστημα πολιτικής καθοδήγησης για τη στρατιωτική προσπάθεια και ένα φόρουμ εντός του οποίου μπορούν να διατυπωθούν συγκρουόμενες απόψεις και να οικοδομηθεί συναίνεση.

Κατά τα επόμενα χρόνια, το ΝΑΤΟ θα πρέπει να αποδείξει ότι είναι κάτι περισσότερο από «ένας συνασπισμός από θέληση». Οι συνασπισμοί μπορεί να είναι γοητευτικοί στον ηγέτη του συνασπισμού, τουλάχιστον για όσο καιρό υπάρχουν. Αλλά όπως αντιλαμβάνονται οι Ηνωμένες Πολιτείες στο Ιράκ, δεν μπορούν να στηριχθούν σε μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις δυνάμεων. Αυτές πάνε και έρχονται ανάλογα με τις πολιτικές καταστάσεις. Για τους μικρούς συνεταίρους, οι συνασπισμοί είναι προβληματικοί, καθώς συνήθως τους λείπει ένα «ισορροπημένο» πολιτικό πλαίσιο με αποτέλεσμα ο μοναδικός τρόπος για να εκφράσουν την διαφωνία να είναι η απόσυρση. Για τα μικρότερα κράτη ειδικά, τα πολυεθνικά πλαίσια είναι με τον καιρό πιο δελεαστικά. Το ΝΑΤΟ – μέσα από την πολιτική του δομή, και με πολίτη Γενικό Γραμματέα και πολιτική γραμματεία – μπορεί να προσθέσει πολιτική κρίση και κατεύθυνση, και να προσφέρει ένα τρόπο μέσα από τον οποίο η στρατιωτική συνεισφορά να είναι πολιτικά συνδεδεμένη με την ευρύτερη προσπάθεια που επιχειρεί να υποστηρίξει.

Κάτι που δεν γίνεται από μόνο του. Το ΝΑΤΟ πρέπει να βελτιώσει την πολιτικοστρατιωτική μηχανή του με τέτοιο τρόπο ώστε τόσο οι Σύμμαχοι όσο και οι Εταίροι να αντιλαμβάνονται ότι έχει ουσιαστική σημασία όσον αφορά τις προκλήσεις του νέου αιώνα. Μόνον τότε θα συνδυάζει πρόθυμα τις διαθέσιμες στρατιωτικές δυνατότητες με μια ενισχυμένη ικανότητα για τη δημιουργία πολιτικής συναίνεσης.

Δικός σου,

Espen

Αγαπητέ Espen,

Συμφωνώ ότι η άκρως αναγκαία στρατιωτική σύνδεση μεταξύ της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών, την οποία θα πρέπει να προσφέρει ένα αναζωογονημένο ΝΑΤΟ, δεν θα είναι ικανή να διατηρηθεί χωρίς μια «ισχυρή πολιτική υποστήριξη». Σε αυτή την περίπτωση όμως το ερώτημα που δημιουργείται είναι, το ποιο θεσμικό πλαίσιο είναι το πιο κατάλληλο για να προωθήσει μια τέτοια πολιτική συναίνεση; Σε ολόκληρο τον Ψυχρό Πόλεμο, το ΝΑΤΟ αναμφίβολα ήταν το πλέον κατάλληλο θεσμικό φόρουμ λόγω της ύπαρξης μιας σαφούς, κοινής απειλής. Με άλλα λόγια, το ΝΑΤΟ ως πολιτικό επίκεντρο, ήταν αποτέλεσμα της αμιγούς στρατιωτικής του αξίας.

Σήμερα, δεν συμβαίνει το ίδιο πράγμα. Αν και δεν μπορούμε και δεν πρέπει να εξαιρούμε τελείως τα σενάρια εκείνα στα οποία θα πρέπει να πολεμήσουμε συλλογικά κάποιον εξωτερικό εχθρό που αποτελεί μια υπαρξιακή απειλή, δεν μπορεί άλλο να είναι αυτή η επικρατούσα λογική για το ΝΑΤΟ. Ο πόλεμος εναντίον της τρομοκρατίας, με άλλα λόγια, δεν είναι λειτουργικό ισοδύναμο του Ψυχρού Πολέμου. Δεν μπορεί από μόνος του να προσφέρει το συνδετικό κρίκο που κρατά μαζί τη Δυτική Συμμαχία, επειδή οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι δεν συμφωνούν απαραιτήτως πάνω στη φύση του κινδύνου και πάνω στους τρόπους και τα μέσα για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την τρομοκρατία. Βεβαίως, συχνά διαφωνούν. Άλλωστε αυτό είναι το είδος της κρίσης που αντιμετωπίζει η Συμμαχία από το 2001 περίπου και μετά.

Η πολιτικοποίηση του ΝΑΤΟ θα ισοδυναμεί με κάτι περισσότερο από ένα κενό σύνθημα, εκτός και αν αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τα θεμελιώδη ζητήματα.

Βεβαίως, οι περισσότεροι Σύμμαχοι αναμφίβολα θα συνεχίσουν να βλέπουν τις επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης όπως η ISAF στο Αφγανιστάν ως το στρατιωτικό ρόλο του ΝΑΤΟ για το δυνατόν να προβλεφθεί μέλλον. Με αποτέλεσμα, να μην έχει νόημα η ενίσχυση της πολιτικής διάστασης των επιχειρήσεων αυτών. Όμως αμφιβάλλω πολύ ότι το υπόλοιπο ενός ρόλου διατήρησης της ειρήνης για το ΝΑΤΟ, αν και ένας πολιτικοποιημένος ρόλος, μπορεί από μόνος του να αποτελέσει τη βάση για μια αναζωογονημένη διατλαντική σχέση.

Προκειμένου να επαναδημιουργήσουμε τα πολιτικά θεμέλια της Συμμαχίας, πρέπει, όπως πιστεύω, να αναλάβουμε δύο κατά πολύ περισσότερο απαιτητικές προκλήσεις. Πρώτον, θα πρέπει να συμφωνήσουμε πάνω στις συνθήκες για τη χρήση δύναμης σε καταστάσεις άλλες περά από εκείνες που υπόκεινται στο δικαίωμα της αυτοάμυνας. Η διαφωνία πάνω στην ορθότητα – ή την νομιμότητα – της προληπτικής στρατιωτικής δράσης ήταν αυτή που προκάλεσε τη σοβαρή διάσταση πάνω στο Ιράκ.

Δεύτερον, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να σφυρηλατήσουμε μια κοινή αντίληψη πάνω στους τρόπους και τα μέσα για τη επέκταση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Και ενώ συμφωνούμε πάνω στον αντικειμενικό σκοπό, δεν έχουμε ένα κοινό όραμα για το πως να τον επιτύχουμε. Και καθώς η κατάσταση αυτή θα παραμείνει μια συνεχής έγνοια τόσο για τους Αμερικανούς όσο και για τους Ευρωπαίους, όπως δείχνουν και τα πρόσφατα γεγονότα στη Μέση Ανατολή, πρέπει επειγόντως να καταλήξουμε σε συμφωνία πάνω σε αυτό τον εκκρεμή λογαριασμό αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί γύρω από την αποκατάσταση της αίσθησης του κοινού σκοπού στη Συμμαχία, όπως πολύ ορθά υποστηρίζεις.

Κάτι που δεν θα επιτευχθεί με κάποιο διάταγμα ή κάνοντας την «πολιτικοποίηση» του παλιού ΝΑΤΟ ημερήσια διαταγή. Μόνο μέσα από ένα σοβαρό, σε βάθος διάλογο μεταξύ της Αμερικής και της Ευρώπης μπορεί να γίνει. Επειδή η εμφάνιση μιας συνεκτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορεί πλέον να αγνοείται, το συμπέρασμα είναι ότι η αναζωογόνηση της Συμμαχίας προϋποθέτει όχι μόνον την προσαρμογή των στρατιωτικών μέσων του ΝΑΤΟ σε αυτή τη νέα κατάσταση, αλλά επίσης και τη δημιουργία μιας άμεσης στρατηγικής διασύνδεσης μεταξύ των δύο κύριων οντοτήτων. Μόνο με την εναρμόνιση των μηχανισμών της διατλαντικής σχέσης με την διαρθρωτική αλλαγή που συνέβη στις σχέσεις μεταξύ της Αμερικής και της Ευρώπης θα είναι σε θέση να αποκαταστήσει την έννοια του κοινού σκοπού που κάνει τη Συμμαχία ικανή να διατηρηθεί.

Δικός σου,

Frederic

Αγαπητέ Frederic,

-

Από την πρώτη στιγμή ισχυρίζομαι ότι το ΝΑΤΟ δεν έχει άλλη εναλλακτική λύση από του να προσαρμοστεί στο ταχύτητα μεταβαλλόμενο πολιτικό σκηνικό της Ευρώπης. Στον πυρήνα αυτού του μετασχηματισμού βρίσκεται η ανάδυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ενός όλο και πιο πολύ συνεκτικού διεθνούς πρωταγωνιστή. Ήδη η εδραιωμένη «πολιτική» ισχύς, σήμερα υπερηφανεύεται για κάποιες στρατιωτικές δυνατότητες όπως και για δυνατότητες διαχείρισης κρίσεων και η Ευρωπαϊκή Ασφάλεια προσφέρει μια ευρωπαϊκή απάντηση που έχει το δικό της στυλ στην Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι δύο αυτοί πρωταγωνιστές – η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες – θα προσφέρουν τα κύρια θεμέλια σε αυτό που συνεχίζουμε ακόμη να αποκαλούμε ως «Δύση».

Η πολιτικοποίηση του ΝΑΤΟ αφορά περισσότερο την στρατηγική αντιπαράθεση των απόψεων πάνω στις νέες απειλές που γίνεται εντός του ιδίου του ΝΑΤΟ.

Το επιχείρημά μου είναι ότι μέσα από το ΝΑΤΟ έχουμε ήδη έναν οργανισμό που προσφέρει ένα πολιτικοστρατιωτικό πλαίσιο για αυτή την μεταρρυθμισμένη διατλαντική σχέση, η οποία προσφέρει επίσης μια εναλλακτική λύση στους ad hoc «συνασπισμούς από θέληση». Αν το ΝΑΤΟ επικεντρωθεί αποκλειστικά πάνω στις στρατιωτικές του δομές, η θέση του θα παρακμάσει σε αυτή ενός οργανισμού με στοιχειώδη πρότυπα. Για μένα, η πολιτικοποίηση του ΝΑΤΟ αφορά περισσότερο την στρατηγική αντιπαράθεση των απόψεων πάνω στις νέες απειλές, όπως επίσης και πάνω στο ρόλο που μπορεί να παίξει η Συμμαχία στα καθήκοντα επιβολής ειρήνης και οικοδόμησης ειρήνης, που γίνεται εντός του ιδίου του ΝΑΤΟ. Θέλω να δω τα κράτη μέλη να λαμβάνουν πολύ πιο σοβαρά αυτό το χαρακτηριστικό του οργανισμού από ότι έκαναν στο πρόσφατο παρελθόν.

Δικός σου,

Espen

Αγαπητέ Espen,

Δεν διαφέρουμε πολύ, και αυτό με κάνει να ελπίζω για το μέλλον της Συμμαχίας. Στο κάτω κάτω, οι δύο χώρες μας παραδοσιακά είχαν διισταμένες αντιλήψεις πάνω σε αυτό το θέμα. Όπως γνωρίζεις, οι Γάλλοι, από την εποχή ακόμη του Στρατηγού de Gaulle, ήταν ενθουσιώδης στο να ξεχωρίσουν την ίδια τη Συμμαχία – η ύπαρξη της οποίας ουδέποτε διακυβεύτηκε από την Γαλλική πολιτική – με την οργανωτική δομή του ΝΑΤΟ – για την οποία οι Γάλλοι ποτέ δεν θεώρησαν ότι χρειάζεται να βελτιωθεί. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ήταν δύσκολο να κατανοήσουν τον διαχωρισμό αυτό οι άλλοι Σύμμαχοι, για να μην πούμε το να τον αποδεχθούν. Ωστόσο, μου φαίνεται ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει πλέον, και ότι σήμερα η διάκριση αυτή έχει ακόμη περισσότερο νόημα.

Είναι σημαντικό να αναδιαρθρώσουμε τη Συμμαχία για να μεταρρυθμίσουμε το ΝΑΤΟ σε αυτό που πρέπει να είναι, ένα διμερή Ευρωαμερικανικό οργανισμό.

Σήμερα, είναι πιο σημαντικό από ποτέ να οικοδομήσουμε μια ισχυρή και ικανή να διατηρηθεί διατλαντική σχέση, έστω και για κανένα άλλο λόγο παρά μόνο γιατί κάτι τέτοιο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο. Την ίδια στιγμή, είναι σημαντικό να αναδιαρθρώσουμε τη Συμμαχία για να μεταρρυθμίσουμε το ΝΑΤΟ σε αυτό που πρέπει να είναι, ένα διμερή Ευρωαμερικανικό οργανισμό. Αυτός είναι ο τρόπος για να διατηρήσουμε την στρατιωτική σχέση του ΝΑΤΟ και με αυτόν τον τρόπο να διατηρήσουμε την μακροπρόθεσμη πολιτικοστρατιωτική σύνδεση μεταξύ της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών εντός του πλαισίου της διατλαντικής Συμμαχίας.

Δικός σου

Frederic

* Η Τουρκία αναγνωρίζει τη Δημοκρατία της Μακεδονίας με το συνταγματικό της όνομα.